Το Ελληνικό Θεώρημα - Από την ενεργητική οδό της μύησης στην διά της πίστεως δικαίωση

 

Διότι, επειδή εν τη σοφία του Θεού ο κόσμος δεν εγνώρισε τον Θεόν διά της σοφίας, ηυδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος να σώση τους πιστεύοντας.

Επειδή, και οι Ιουδαίοι σημείον αιτούσι, και οι Ελληνες σοφίαν ζητούσιν.ημείς δε κηρύττομεν Χριστόν εσταυρωμένον, εις μεν τους Ιουδαίους σκάνδαλον, εις δε τους Ελληνας μωρίαν."

(Α΄ Κορ. 1,21-23)

 

Στις στιγμές της έντασης, συνήθως είμαστε απόλυτοι, αφοριστικοί και ξεροκέφαλα κοντόθωροι. Δεν είμαστε τυχαία έτσι. Αισθανόμαστε ηδονή, ευεξία και πλήρωση  και, ας μην γελιόμαστε, είναι όμορφο να αισθανόμαστε εσωτερικά πλήρεις. Ακόμη κι αν αργότερα, την επόμενη ημέρα, την επόμενη εβδομάδα ή τον επόμενο χρόνο έχουμε αναθεωρήσει κατά μεγάλο ποσοστό όλα εκείνα που μάς έδωσαν τούτα τα συναισθήματα. Μπορεί να τα έχουμε αναθεωρήσει, αλλά αμφιβάλλω αν τα έχουμε απωθήσει κιόλας, κάτι που είναι, φυσικά, εντελώς διάφορο.

          Μιας τάξης ζήτημα είναι το να αναγνωρίσεις πως στην δυναμική της μάχης κι αν δεν είσαι δυνατός, αισθάνεσαι δυνατός.

          Αλλης τάξης ζήτημα είναι να αναγνωρίσεις ποιοι είναι οι αντίπαλοι, ή οι εχθροί και γιατί θέλεις να τους εκμηδενίσεις.

          Στις στιγμές της απουσίας της έντασης -και όχι στις αντίστοιχες της ηρεμίας ή της εσωτερικής σιγής, που είναι διαφορετικής κατάστασης πραγματικότητες- αισθάνεσαι διαλλακτικός, επαφικός, επικοινωνιακός, έχεις σφαιρικότερη αίσθηση του δικαίου και πιστεύεις πως, τελικά, ακόμα και θέσεις που μάχονται η μια την άλλη λυσσαλέα, μπορούν να συγκλίνουν ακόμη και να συμπλεύσουν και να εκφορτιστεί περίσσεια ενέργειας που σε αναστατώνει.

          Και κάπως έτσι θα πρέπει να είσαι όταν καταπιάνεσαι με τομείς κυκλώπειους όπως είναι η λατρεία των Ελλήνων και θέλεις να εισέλθεις σε χώρες απέραντες όπως είναι η Ελληνική Γραμματεία και παράδοση. Ηρεμος, διαλλακτικός και ευρύνους. Όμως τώρα, θέλω να επιχειρήσω να ξεκινήσω αντίστροφα. Από το σήμερα προς το χθες. Και ίσως έτσι αποκτήσω κάποιες σταθερές απαραίτητες και ορόσημα αναγκαία για να μην χαθώ στις απέραντες χώρες των Ελλήνων.

                  

          Εάν ο Χριστιανισμός είναι επανάσταση όχι μονάχα στον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος οργανώνει την καθημερινή του ζωή και διαμορφώνει συμπεριφορές και πράξεις αλλά κυρίως στο πως έρχεται σε επαφή με το θείο -τον Θεό- και διαλέγεται μαζί Του, μπορεί να προκύψει ίσως και από μια απλή φράση του Παύλου:

 

"ότι εάν ομολογήσης διά του στόματός σου τον Κύριον Ιησούν, και πιστεύσεις εν τη καρδία σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλεις σωθή"

(Ρωμ. 10,9)

 

Ναι, νομίζω πως και μόνο αυτή η απλή φράση να είχε διασωθεί από τις πολλές επιστολές του Αποστόλου των Εθνών, θα αρκούσε για να θεμελιώσει μια πνευματική επανάσταση.

          Είναι μια ρήση, μια διατύπωση, ένας αφορισμός, μια θεώρηση που δεν έχει το προηγούμενό της στην ιστορία του ανθρώπινου πνεύματος, των θρησκειών, των γνωστών λατρειών και δοξασιών απανταχού της υφηλίου.

          Είναι ένας άξονας από τους αμετακίνητους στην δογματική της θρησκείας του Ναζωραίου, είναι ακρογωνιαίος λίθος, σημείο αναφοράς, η πεμπτουσία της χριστιανικής θεολογίας.

          Ομολογείς ότι πιστεύεις στον Εσταυρωμένο και σώζεσαι.

          Διά της πίστεώς σου, δικαιώνεσαι, σώζεσαι.

          Προϋπόθεση της σωτηρίας, απλά και μόνον η πίστη.

          Είναι μια από τις σπουδαιότερες επαναστάσεις του ανθρωπίνου πνεύματος. Οι Ελληνες δεν απετόλμησαν να διατυπώσουν μια τέτοια θεώρηση, νομίζω πως δεν θα πρέπει να πέρασε ποτέ από το νου τους.

          Ο Παύλος όμως δογματίζει λυτρωτικά, απλά και μιμείται τον Κύριο.

          Γιατί, ποιος είναι ο μοναδικός άνθρωπος για τον οποίο είμαστε απολύτως σίγουροι πως βρίσκεται στον Παράδεισο;

          Κάποιος από τους μαθητές και Αποστόλους που όργωσαν όλο τον τότε γνωστό κόσμο κηρύττοντας τον Λόγο και βρίσκοντας μαρτυρικό θάνατο; Οχι.

          Κάποιος άγιος ή Πατέρας της Εκκλησίας που αφιέρωσε τη ζωή του στην άσκηση, την προσευχή, την αγία ζωή; Οχι.

          Ο άνθρωπος αυτός ήταν ένας κοινός ληστής, ένας καταδικασμένος στην χειρότερο και ατιμωτικότερο θάνατο. Ενας άνθρωπος που η ζωή του ήταν γεμάτη αμαρτίες, αδικίες και κανένα έργο χριστιανικό. Κι όμως, ο ληστής αυτός, έχει την διαβεβαίωση του Θεανθρώπου[1] ότι θα είναι μαζί του στον Παράδεισο!!!

          Ο Παύλος μιμείται τον Ιησού στον σταυρό και κηρύττει: Πίστεψε και θα σωθείς. Ομολόγησε την πίστη σου και θα σωθείς.

          Η μεγαλύτερη, ως τότε, επανάσταση στην ανθρώπινη σκέψη, στον ανθρώπινο λογισμό, στο σύμπαν των έλλογων όντων. Και δεν διστάζει να το επαναλάβει προς εμπέδωσιν.

 

"Διότι, πας όστις επικαλεσθεί το όνομα του Κυρίου, θέλει σωθή"

(Ρωμ. 10,13)

         

          Μπροστά σ'αυτό το επιχείρημα του Παύλου, ο Ελληνορωμαϊκός κόσμος, ένα άρτια δομημένο σύμπαν χιλιετηρίδων, καταρρέει και αποστυντίθεται!

          Τι να αντιτάξεις σε μια τόσο απλή, τόσο σαφή, τόσο "βολική" θεώρηση;

          Πως να μιλήσεις για κοσμολογία, αστρονομία, φυσική, τέχνη, ιατρική, μουσική, ηθική και 'σεπτά μυστήρια' όταν μέσα σε δυο φράσεις όλα αυτά γίνονται περιττά, αχρείαστα και, εν τέλει, αποπροσανατολιστικά;

          Παρά την εμφανή απογοήτευσή μου, θα αποτολμήσω να διερευνήσω τι εννοούσαν οι Ελληνες με την λέξη μύηση για να διακριβώσω και τις -ελάχιστες πάντως- πιθανότητές μου να απορρίψω τον "λακωνικό" Παύλο και να εμμείνω στην στέρεη πεποίθησή μου πως το οικοδόμημα των Ελλήνων ήταν υπερτελές και ουδεμίαν ανάγκη είχε από συμπληρώσεις, νοθεύσεις ή επαναστάσεις.

          Ας πάρουμε βαθιά ανάσα λοιπόν.

          Μύηση λοιπόν σημαίνει είσοδος, εισδοχή (λατ. ρίζα initium εκ του οποίου το initiation). Αρα, μυημένος είναι εκείνος που έχει εισέλθει. Που όμως; Και γιατί; Λοιπόν, οι πρόγονοί μας, όπως και όλοι οι αρχαίοι πολιτισμοί- "προχριστιανικούς" τους λένε μερικοί- είχαν κάποιες... ιδιορρυθμίες, κάποιες αποκλίσεις από την 'ορθόδοξη' συμπεριφορά στα μεγάλα συστήματα Γνώσης και Αληθείας που κατά εποχές και τόπους ίδρυσαν και απεκλήθησαν 'Μυστήρια'. Δεν δέχονταν και δεν ανέχονταν τους ράθυμους, τους οκνηρούς, κοινώς, τους τεμπέληδες. Ηταν μια 'διαστροφή' τους, ας πούμε από την οποία όμως δεν μετακινήθηκαν ποτέ. Οσοι ήταν διψασμένοι για να μάθουν έπρεπε πρώτα να 'πάθουν' και σε αυτό, επίσης, είχαν μια... στενοκέφαλη επιμονή. Τα μεγάλα και διάσημα 'Πανεπιστήμια' της αρχαιότητας δεν κρατούσαν μαθητευόμενους ανεπαρκείς ή απρόθυμους και δεν συγχωρούσαν την αμέλεια, την κουτοπονηριά και την φυγοπονία. Αντιθέτως, είχαν επινοήσει -ή κληρονομήσει- πολύπλοκα και επίπονα συστήματα βαθμιδωτής ανέλιξης του επιπέδου των μαθητών τους, δια των οποίων οικοδομούσαν προσωπικότητες και οντότητες υψηλότατης στάθμης. Δέχονταν σχεδόν τους πάντες όμως ελάχιστοι 'αποφοιτούσαν', οι αληθινά άριστοι. Με αυτή την έννοια, οι αρχαίοι, Αιγύπτιοι, Ελληνες κ.α., ήταν πραγματικοί οπαδοί της αριστοκρατίας.

          Ξέρουμε πως ένας από τους αυστηρότερους διδασκάλους της αρχαιότητας ήταν ο Πυθαγόρας, ο οποίος έθετε σε πολλαπλές και κοπιώδεις δοκιμασίες τον οιονδήποτε ήθελε να γίνει μέλος του κοινοβίου του. Και όταν ακόμη τον έκανε δεκτό ως Ακροατή, του επέβαλλε την -εξωφρενική για τις ημέρες μας- δοκιμασία της πενταετούς σιωπής, στην διαρκεια της οποίας, το δόκιμο μέλος ήταν παρόν στις συνεδρίες των αδελφών, χωρίς να μπορεί να παρέμβει, να διατυπώσει άποψη, να διαφωνήσει. Αλλά και όλους τους μαθητές του, σε όλες τις βαθμίδες έλεγχε καθημερινά και επίμονα για το αν έχουν αποκτήσει ευχέρεια στη μάθηση και στην απομνημόνευση[2], εάν έχουν αποκτήσει ταχύτητα στην παρακολούθηση των μαθημάτων[3], και ενέκρινε τους πραγματικά ικανούς να παραλάβουν την σοφία του και τότε επιχειρούσε να τους μυήσει στην επιστήμη του[4].

          Για τους Ελληνες, ο δρόμος προς την 'θέωση' ξεκινά από τον άνθρωπο, από τον εσωτερικό άνθρωπο, τον πνευματικό άνθρωπο. Πριν μιλήσουν για τους θεούς, το θείο και πως να έρθεις σε επαφή με αυτό, ενδιαφέρονταν να οικοδομήσουν έναν πλήρη, άρτιο και ευτυχή άνθρωπο. Η πορεία λοιπόν ήταν από κάτω προς τα άνω. Γι'αυτό και ήταν υπέρμαχοι της λεγόμενης 'ενεργητικής οδού'. Μιας οδού που απαιτούσε δουλειά, μόχθο και συνεχή προσπάθεια από τον μαθητευόμενο. Μιας οδού που ήταν σπαρμένη με αγκάθια και γεμάτη εμπόδια και παγίδες.

          Στο ελληνικό στερέωμα, δεν υπάρχει 'εκ των άνω' σωτηρία, η πορεία είναι μοναχική, σκληρή και απαιτητική.

          Στο ελληνικό σύμπαν δεν περιμένεις κανέναν να σε σώσει 'κατά την πίστη σου' αλλά ξέρεις πολύ καλά ότι θα θερίσεις ό,τι εσύ έσπειρες.

          Μονάχα μια είναι η οδός του ελληνικού κόσμου. Η ενεργητική.

          Η Μύηση είναι η κατεξοχήν έκφραση της ενεργητικής οδού.         

          Ομως, ο Παύλος, είχε διαφορετική άποψη.

          Οι χριστιανοί Πατέρες, είχαν διαφορετική άποψη.

          Οι περισπούδαστοι Σχολαστικοί θεολόγοι είχαν διαφορετική άποψη.

          Στο χριστιανικό κόσμο, η πορεία είναι εκ των άνω προς τα κάτω. Για τον χριστιανό, το σημαντικό δεν είναι να θέλει εκείνος να πλησιάσει το θεό αλλά να πλησιάσει ο Θεός εκείνον.

 

"...ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ'ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών"

(ΑΊωάν. 4,10)

 

          Ο χριστιανός γνωρίζει καλά πως ό,τι κι αν εκείνος πράξει στη ζωή του, όσο καλός και συνετός και δίκαιος και αν είναι, δεν έχει εξασφαλίσει την σωτηρία του. Είναι ένα παράδοξο που ανήκει, φυσικά στην περίφημη υπέρλογη και μυστηριακή και ανεξιχνίαστη θέληση και σοφία του Πατέρα. Το σχήμα 'πράττω καλώς -> οδεύω στον Παράδεισο', δεν λειτουργεί. Οπως επίσης δεν λειτουργεί και το αντίστροφο: 'πράττω κακώς -> οδεύω στην Κόλαση'. Ο ελληνικός κόσμος, ο κόσμος του Ορθού Λόγου και του αυθυπεύθυνου του ανθρώπου πάει περίπατο. Οποιον θέλει ο Κύριος εκείνον και σώζει, κάτι, που όπως λένε και οι εγκυρότεροι θεολόγοι, θα πρέπει εμείς οι άνθρωποι, να δεχθούμε ταπεινά, ως δούλοι του Θεού και να το... καταπιούμε αφού, έτσι ή αλλιώς, λόγος δεν μάς πέφτει. Εκείνος που δημιούργησε τους γαλαξίες και τα σύμπαντα, δεν θα δώσει αναφορά σε ένα μυρμήγκι για την συνθλιβή ή την σωτηρία του.

          Τι θα μπορούσε να προσθέσει κανείς στην εξ'αποκαλύψεως και άρα πέρα από κάθε έλεγχο και αντιγνωμία αυτή απόλυτη θέση;

         Προσεγγίζοντας τον ελληνικό κόσμο μέσα από τις δικές μας, χριστιανικές αναφορές των τελευταίων 1500 ετών, είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην αγγίξουμε και την σχιζοφρένεια! Πως είναι δυνατόν να καταρρεύσει, αναρωτιέται κανείς καλόπιστα, ο 'αρχαίος κόσμος' που είχε φθάσει σε τέτοια μοναδικά επίπεδα πολιτισμού, που είχε προχωρήσει την επιστήμη, την τέχνη, την φιλοσοφία, την ποίηση και την μουσική, που στις κοινωνικές και πολιτικές δομές είχε υπερβεί κατά πολύ ακόμη και τα σημερινά μοντέλα έμμεσης δημοκρατίας, πως είναι δυνατόν η ανθρωπότητα να θέλησε να γυρίσει αίφνης τόσο πίσω, πως επέτρεψαν οι άνθρωποι το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών που λειτουργούσαν επί αιώνες, την κατασυκοφάντηση και διάλυση των Μυστηρίων στα οποία είχαν μυηθεί όλες οι εξέχουσες κορυφές του αρχαίου πνεύματος, πως μπόρεσαν να ανεχθούν την απαγόρευση των Ολυμπιακών αγώνων, πως ανέχονταν αποφάσεις που σπίλωναν και απηγόρευαν το θέατρο, τους ποιητικούς αγώνες, την ελεύθερη έκφραση μέσω της γλυπτικής και της ζωγραφικής; Πως πρόδωσαν οι άνθρωποι τόσο εύκολα όσα οι πατέρες και οι παππούδες τους με τεράστιο μόχθο είχαν δημιουργήσει επί αιώνες και πως δέχθηκαν τον εξευτελισμό του πολιτισμού τους που, ξαφνικά, εμφανίστηκε αποτρόπαιος και 'ειδωλολατρικός';

          Πως ανέχονταν οι άνθρωποι εκείνων των φοβερών εποχών της ύστερης αρχαιότητας, κάποιους ρασοφόρους 'πεφωτισμένους' που ήρθαν από το πουθενά, ευαγγελιζόμενοι κάποια 'μετά θάνατον ζωήν αιώνιον' να τους αλλάζουν τρόπο ζωής, να τους κλέβουν την λατρεία των προγόνων τους, να γκρεμίζουν με ανείπωτη λύσσα μπροστά στα μάτια τους τα σεβάσματα και τα ιερά τους, να τους επιβάλλουν φασιστικά το ποιο θεό θα λατρεύουν, πως θα τον λατρεύουν, απειλώντας τον καθένα ξεχωριστά και τις οικογένειές τους με φρικτά βασανιστήρια σε περίπτωση κρυφής ή φανερής άρνησης;

          Αναρωτιέμαι κι εγώ, όχι μονάχα σε στιγμές έντασης, αλλά και σε στιγμές ηρεμίας και καταλλαγής, εάν έχω την παραμικρή δικαιολογία για την άγνοια, την αδιαφορία και τον 'ωχαδερφισμό' μπροστά σε όλα αυτά τα εγκλήματα όχι εις βάρος κάποιων άλλων άγνωστων και ξένων, αλλά εις βάρος εμένα και του πανάκριβου κληροδοτήματος που μου αντιστοιχεί πριν έρθουν και κατοικήσουν στη πατρίδα μου όλοι αυτοί οι περίεργοι, άσχετοι, ανιστόρητοι και άξεστοι που μου επιβάλλουν τούτη την πνευματική τρομοκρατία επί 1500 χρόνια τώρα.         

          Οταν τίθεται το ερώτημα για την αναβίωση της ελληνικής θρησκείας-λατρείας, είναι σαν να τίθεται ένα άλλο, μεγαλύτερο, σπουδαιότερο και σημαντικότερο ερώτημα: για την αναβίωση του ελληνικού κόσμου.

          Και αναρωτιέμαι αν, πλησιάζοντας στο δείλι του βίου μου θα έχω κάποια συνεισφορά στην δράση και την κίνηση προς την κατεύθυνση αυτή.

          Αναρωτιέμαι όχι μονάχα γιατί έχω την υποχρέωση απέναντι στον εαυτό μου αλλά γιατί, αν ίσως, κάποια στιγμή, ερωτηθώ από τον γιο μου γιατί κάποτε συνέβησαν όλα αυτά που συνέβησαν για την συκοφάντηση, την διαπόμπευση και την εξαφάνιση του ελληνικού κόσμου, θα έχω πιθανώς, κάποια απάντηση να δώσω.

          Το επόμενο ερώτημα είναι που φοβάμαι πιο πολύ και θα'θελα να είμαι έτοιμος να του απαντήσω.

          Κι εσύ τι έκανες;

          Γιατί, το να μην γνωρίζεις και να μην δρας, είναι σφάλμα που επανορθώνεται.

          Το να γνωρίζεις όμως και να αδιαφορείς, είναι ασυγχώρητο.

          Τελικά, ίσως η ενεργητική οδός να είναι μονόδρομος.

 


[1]"Αληθώς σοι λέγω, σήμερον θέλεις είσθαι μετ'εμού εν τω παραδείσω" (Κατά Λουκά, 23-43)

[2]"περί ευμαθείας και μνήμης εσκόπει" (Ιαμβλιχου, Περί του Πυθαγορικού Βίου)

[3]"ει δύνανται ταχέως και σαφώς παρακολουθείν τοις λεγομένοις", (Ως άνω)

[4]"τους τε αρμόζοντας τοις αγαθοίς της παρ'εαυτώ σοφίας ενέκρινε και ούτως επί τας επιστήμας ανάγειν επειράτο" (Ως άνω)