χαμογελώντας...
σιωπηλά κύλησε η νύχτα…
έχω στη χούφτα μου κλεισμένο
όλο το χρόνο που κύλησε
λέω
αν τον ελευθερώσω
πως θα γεράσουμε μαζί
όπως το είχαμε κανονισμένο
λέω ξανά
αν τον κρατήσω για πάντα αιχμάλωτο
τα δάχτυλά μου δεν θ’αντέξουν
θα αιμορραγήσουν
φωτιά θα τρέξει απ’τις πληγές
το αύριο θ’αφανιστεί
και νέος θα γίνω αν αξιωθώ
ξανά
έστω για μια στιγμή μονάχα…
σε κείνη την εξοχή
αν θυμάσαι
που τρέχαμε μαζί
πέφταμε
σκίζαμε τα γόνατα
και σηκωνόμασταν ξανά
χαμογελώντας…