Το πλατύ χαμόγελο ενός θλιμμένου ανθρώπου…

 

Δεν είχα σκεφτεί ποτέ πώς είναι ένας αληθινά θλιμμένος άνθρωπος. Πέρασαν πολλά χρόνια για να το συνειδητοποιήσω, κάπου είκοσι ίσως μετά το θάνατο του πατέρα. Η εικόνα που έχω για κείνον είναι σήμερα πια εντελώς διαφορετική από αυτή που είχα τότε. Τότε που πίστευα πως ήταν κάποιος άλλος ή πώς όφειλε να είναι κάποιος άλλος…

Ίσως γιατί ο πατέρας δεν ήταν ένας ‘κλασικός’ θλιμμένος άνθρωπος. Από αυτούς που σκιαγραφούν οι πένες των διηγηματογράφων ή φιλοτεχνούν οι κάμερες των μεγάλων σκηνοθετών. Ίσως γιατί ήταν ένας άνθρωπος που πάντα υποκρινόταν τον εξωτερικά αλώβητο και απρόσβλητο από οτιδήποτε ενώ εσωτερικά περπατούσε τον απόλυτα δικό του και βαθιά μοναχικό του δρόμο.

Και ίσως πάλι γιατί τότε δεν αναρωτιόμουν πώς είναι ο άλλος, ο οποιοσδήποτε άλλος εκτός από μένα. Μέσα στο εγωτικό, ναρκισσικό μου σύμπαν, δεν χωρούσε κανείς άλλος, χωρούσα μονάχα εγώ. Εγώ ο κυρίαρχος, ο μόνος, ο ένας, ο απόλυτος άναξ της αυτοκρατορίας μου… Και στο πρόσωπο του πατέρα δεν έβλεπα, δεν μπορούσα να δω τίποτε άλλο από έναν ανιόντα με εξουσιαστική προσωπικότητα, έναν αυταρχικό ηγεμόνα μιας τετραμελούς οικογένειας, έναν αυτό-αναφορικό άρχοντα που δεν λαθεύει ποτέ, έναν γονιό που πασχίζει να ανταποκριθεί στο ρόλο του με μικρή επιτυχία.

Δεν έβλεπα σχεδόν τίποτε τότε. Γιατί δεν ήθελα ή δεν με ενδιέφερε. Πιθανώς γιατί μισούσα όχι τον άνθρωπο αλλά το ρόλο του, τη δύναμή του πάνω μας, την ακαμψία του, το στενό ορίζοντα που έβλεπε και απαιτούσε για όλους μας να είναι και ο δικός μας ουρανός…

Κι όμως, εκείνος ο βαθιά θλιμμένος άνθρωπος, χαμογελούσε… όχι πάντα μέσα από την καρδιά του αλλά σχεδόν πάντα όταν σε κοιτούσε ήταν χαμογελαστός… νομίζω πως χαμογελούσε και από έναν παράξενο εγωισμό. Δεν ήθελε να του κάνεις τη γνωστή ερώτηση ‘τι έχεις;’. Ήθελε να σε προλάβει… να μην σε αφήσει να πατήσεις πάνω στο τετριμμένο, στο κοινότοπο… και ακόμα… ήξερε πως ήταν πιο όμορφος, πιο γοητευτικός όταν χαμογελούσε… κι αυτό του αρκούσε…

Δεν είχα φανταστεί πόση γενναιότητα χρειάζεται και πόσος μόχθος για να χαμογελάς όταν όλα σου πάνε στραβά, όταν μέσα σου θρηνείς και κλαις… δεν είχα διανοηθεί πως το ‘χαμόγελο ενός θλιμμένου ανθρώπου’ είναι το μεγαλύτερο, το γενναιότερο, το σπουδαιότερο από όλα τα χαμόγελα του κόσμου…

Κι ας μην μοιάζει πάντα να είναι εγκάρδιο, φωτεινό και ξέγνοιαστο…

Πολλά χρόνια πέρασαν πάνω απ’τη ράχη μου και άφησαν τα σημάδια τους για να μπορώ να σκεφτώ ένα δράμι σοβαρότερα κι ένα πήχη βαθύτερα… γιατί όπως είπε και ο μεγάλος Λουντέμης, τη ζωή δεν ήρθαμε να την απολαύσουμε, ήρθαμε να την υπηρετήσουμε…

Γεννημένοι αδαείς, να μυηθούμε… σε όντα ευθύνης…

Θλιμμένοι ίσως… αλλά χαμογελαστοί…

Όχι από έναν ιδιότυπο μαζοχισμό… αλλά από το ωραιότερο άνοιγμα της ψυχής μας στο Απόλυτο…

Σε κείνο που ακόμα κι αν ψιθυρίζουμε μας ακούει…

Ακόμα κι αν ματώνουμε μας συντροφεύει…

Ακόμα κι αν εγκαταλείπουμε τις μάχες, έρχεται ξανά να μας ανταμώσει με μια καινούργια αυγή…

Γιατί αυτό είναι τελικά το χαμόγελο ενός θλιμμένου ανθρώπου… μια διαρκής αυγή πάνω σε ένα αρχαίο στερέωμα…