τα τρία κλειστά συστήματα της ανθρώπινης συνθήκης

 

 

Ι

 σχυρίζομαι πως τρία είναι τα κλειστά συστήματα της ανθρώπινης συνθήκης: Η προσευχή, ο πόθος και η τρέλα. Και το μοναδικό υπερσύνολο που τα  εμπεριέχει όλα είναι το θρησκευτικό. Το γεγονός του θρησκεύειν. Και για τούτο είναι το μόνο αυτάρκες, το μόνο πλήρες και το μόνο απολύτως λειτουργικό. Με υγιή ή νοσηρό τρόπο, με κάθε τρόπο. Όλα τούτα ίσως χρήζουν ανάλυσης.

Λέγοντας πως ένα σύστημα είναι κλειστό, έχω την εξής εικόνα που μπορώ να δώσω για να βοηθήσω την προσέγγιση κάθε καλόπιστου αναγνώστη. Ας φανταστούμε ένα μυστικό, κλειστό δωμάτιο. Ο άνθρωπος εισέρχεται, η πόρτα πίσω του κλείνει, δεν έχει καμιά διάδραση, καμιά ανταλλαγή πληροφοριών με τον ‘εξώχωρο’. Όμως ακόμα κι αν έχει, δεν είναι απαραίτητη, δεν αποτελεί αναγκαία και ικανή συνθήκη για να δράσει, να καταναλώσει και να καταναλωθεί, να αναπτύξει και αναπτυχθεί εντός του δωματίου. Το σύστημα είναι κλειστό επειδή δεν έχει ανάγκη άλλων υποστηρίξεων. Πρόκειται για ένα αυτάρκες, αυτόκρατο και ασφαλές σύστημα. Και απολύτως λειτουργικό. Και σε οιαδήποτε εντατική κατάσταση του ‘φορέα’ του. Χαμηλή, μέση, υψηλή. Και σε οιαδήποτε ενεργειακή στάθμη. Μάλιστα ο άνθρωπος μπορεί να περατώσει το υπόλοιπο του βίου του εντός του δωματίου. Με την όποια και οποιαδήποτε διαμόρφωση και μορφή.

Εάν κάποιος δυσφορεί με τη λέξη ‘προσευχή’, ας τη θεωρήσει με την ευρύτερη έννοια του πνευματικού προσανατολισμού σε κάτι. Μην εγκλωβιζόμαστε από γνωστές ή λιγότερο γνωστές θρησκείες, λατρείες και δόγματα. Χρησιμοποιώ εντούτοις την κωδική λέξη ‘προσευχή’ γιατί αποδίδει καλύτερα αυτό που εμπεριέχει.

Εάν σε κάποιον ξενίζει η λέξη ‘πόθος’ και θέλει να την αντικαταστήσει με την σφοδρή επιθυμία, την λαγνεία, την βούληση ή την δίψα, ας το κάνει. Προσωπικά θεωρώ πως η κωδική λέξη ‘πόθος’ με ικανοποιεί. Ο πόθος είναι σκοτεινότερος από την επιθυμία και φωτεινότερος από τη λαγνεία. Είναι διαφορετικής τάξεως από τη δίψα και εν τέλει δεν έχει καμιά σχέση με τη βούληση. Και δεν αφορά φυσικά μόνον το σαρκικό-ερωτικό ενδοσύμπαν. Αφορά οτιδήποτε σχετίζεται με τον πόθο. Ακόμη και τον πόθο για το θάνατο. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, ιδιαίτατα με το θάνατο.

Όσον αφορά την ‘τρέλα’, εδώ εγκυμονούν πολλοί κίνδυνοι. Και απαιτείται από τον μελετητή προσοχή μεγίστη και ‘βήματα γαλής’. Κι αυτό γιατί βεβαίως η ίδια η λέξη ‘τρέλα’ αποτελεί ένα αχανές σύμπαν που εμπεριέχει ορισμούς και ορίσματα, κατηγορήματα, έννοιες, κλινικούς όρους, ιατρικές συνδηλώσεις και συνεκδοχές και βεβαίως την απολύτως υποκειμενική θεώρηση της τρέλας. Το τι σημαίνει τελικώς ‘τρέλα’ για τον καθένα είναι περίπου αχαρτογράφητο. Αν κάποιος ερωτηθεί στο δρόμο ‘τι είναι η τρέλα;’ ίσως δυσκολευτεί πολύ να απαντήσει. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται σαν καραμέλα απ’όλους –όπως η άλλη λέξη-σύμπαν ‘Θεός’- αλλά όταν καλείσαι να γίνεις συγκεκριμένος αναγκάζεσαι να αντλήσεις από τις προσωπικές σου εμπειρίες και μόνον. Κι αυτό σού αφήνει μια πικρή γεύση εκκρεμότητας και αμηχανίας στα χείλη. Έτσι λοιπόν, εδώ αναγκάζομαι να ορίσω την ‘τρέλα’ ως μια γενικότερη πνευματική αλλά και βιο-οργανική διάσταση όπου όλες οι συνήθεις ορίζουσες και όλες οι συμπαγείς έννοιες που η παράδοση και ‘τα συνήθεια’ του βίου έχουν παραδώσει στο άτομο βρίσκονται σε μια διαρκή κατάσταση ‘ρευστότητας’. Τίποτα δεν είναι αμιγές, ατόφιο, καθαρό, διάφανο και φωταυγές. Τίποτα δεν είναι βέβαιο, έμπεδο, ακλόνητο, διαρκές, συνεχές, περίφρακτο. Σε αυτή την αέναη ροϊκότητα όλος ο οργανισμός, πασχίζει να επιβιώσει μέσα από μια και σε μια ονειρώδη, γνοφώδη, σκοτεινή ή ημισκότεινη ‘πραγματικότητα’ εν μέσω πολλών άλλων ‘πραγματικοτήτων’. Κάθε έννοια διάδρασης με οτιδήποτε έχει περίπου ακυρωθεί και κάθε έννοια επικοινωνίας ακόμη και με απλούς όρους με οτιδήποτε έξω από το μυστικό δωμάτιο καταλήγει σε παταγώδη αποτυχία. Ο ‘τρελός’ εδώ λοιπόν ομοιούται με τον άνθρωπο εκείνο που βρίσκεται σε έναν άγνωστο πλανήτη ανάμεσα σε άγνωστες οντότητες που ομιλούν μια άγνωστη γλώσσα. Πασχίζει να γεωδαιτήσει εαυτόν, να σχηματίσει στην ουσία εκ νέου έναν συνεκτικό εαυτό με αλλότρια υλικά και νέα δεδομένα. Ο αγών είναι τρομερός, ενεργοβόρος και άνισος.

Ανέφερα κιόλας από την πρώτη παράγραφο πως το μοναδικό υπερσύνολο που ως ομπρέλα σκέπει και στεγάζει τούτα τα κλειστά συστήματα είναι το λεγόμενο θρησκευτικό γεγονός. Το γεγονός του θρησκεύειν. Η ίδια η θρησκευτικότητα ως εγγενής δράση του ανθρωπίνου είναι. Διαφορετικά θα μπορούσε να το προσεγγίσει κανείς με μερική επιτυχία ως εκζήτηση του ιερού. Η εκζήτηση του ιερού είναι μια μεγάλη, πολυδιάστατη θεώρηση που δεν ταυτίζεται όμως απολύτως με τη θρησκευτικότητα. Κι αυτό γιατί η εκζήτηση του ιερού είναι μια εγγενώς ενεργητική δράση του πνεύματος ενώ η θρησκευτικότητα πολλές φορές αναπαύεται στον εκστατικό προσευχητικό μονόλογο του είναι. Η θρησκευτικότητα στην ακραία της εκδοχή αποτελεί ένα μυστικιστικό γεγονός και ο μυστικός εαυτός ποθεί την εκστατική αναρπαγή και την μεταρσίωση. Θα μπορούσε να εικονίσει ενδεχομένως κάποιος τον εκζητητή του ιερού με έναν πολεμιστή του φωτός και τον θρησκεύοντα με έναν ασκητή που έχει αναχωρήσει και εγκατοικεί στο μονήρες κελί του.