Ομίχλη

Θυμάσαι εκείνη την όμορφη εποχή;

Την εποχή της καθαρότητας; Της λιακάδας; Της ευδίας;

Θυμάσαι τον ήλιο της σχέσης μας;

Ήταν λαμπερός, θαλερός, παλλόμενος… σχεδόν θρασύς…

Εγώ θυμάμαι την ομίχλη…

Την ομίχλη που μας σκότωσε… την ομίχλη που μας τα πήρε όλα…

Αυτή θυμάμαι εγώ… και το ότι κάποια στιγμή… άγνωστο πως και γιατί, έπαψα να σε βλέπω…

Έπαψες κι εσύ να βλέπεις εμένα… αυτός που κοίταζες δεν ήμουν εγώ, αυτή που κοίταζα δεν ήσουν εσύ…

Προκειμένου να οικειωθούμε το μεταξύ μας, γίναμε ξένοι στον εαυτό μας…

Αναζητώντας προσκύρωση στο έμπεδο, χάσαμε το ροϊκό…

Ψηλαφώντας τις διαστάσεις του εαυτού, αρνηθήκαμε το εν τω αυτώ…

Δεν μας εκδικήθηκε το αύριο ούτε το χτες…

Μας αφάνισε το τώρα που πρώτοι εμείς περιφρονήσαμε…

 

Κι έπειτα

Κάποια μέρα

Δεν ξέρω το πώς και το γιατί…

Γεννήθηκε η ομίχλη…

Τα σκέπασε όλα, τα κατάπιε όλα…

 

Κι όταν την ανασάναμε τόσο ώστε να γίνουμε ένα μ’αυτήν…

Μας εγκατέλειψε…

 

Και πήρε μαζί της τα πρόσωπα

Τις ιαχές

Τις γεωμετρίες

Τα πιθανώς

Τα επιπλέον

Τα ενδεχομένως…

Ακόμα κι αυτά...

 

Στην ερημία που άφησε πίσω της

Ο χρόνος γενναιόδωρα

Και πάντα μοχθηρά

Σου προσφέρει την προίκα της επίγνωσης…

 

Κι έτσι προχωράς…