Παλίμψηστο

Οι πλείστοι άνθρωποι κακοί

Βίας Τευταμίδου Πριηνεύς

(εκ των 7 σοφών παρακαλώ)

 

Διαβάζω τελευταία ένα μυθιστόρημα από αυτά που κάποτε δεν τους έριχνα δεύτερη ματιά και σήμερα ανακαλύπτω ότι μάλλον τα είχα αδικήσει. Συγγραφέας είναι κάποιος Τας Ο, Μαλαισιανο-κινέζος -ή κάτι τέτοιο- και οφείλω να παραδεχθώ ότι ο μπαγάσας, από τις πρώτες γραμμές κέρδισε την προσοχή μου και το χρόνο μου –και δεν μου συμβαίνει να τα χαρίζω πλέον, ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ο τίτλος είναι ‘Μεταξουργείο Η Αρμονία’. Τώρα θα αναρωτηθεί κανείς, προς τι όλη αυτή η αναφορά στον κύριο αυτό και στο πόνημά του; Γιατί ως συνήθως ‘εν βυθώ’ κρύβεται η αλήθεια όπως θα έλεγε και ο Δημόκριτος και όποιος βιάζεται σκοντάφτει, συμπληρώνω εγώ. Λοιπόν, έλεγα ότι ο κύριος αυτός ‘το κατέχει’ το άθλημα, πάει να πει είναι ωραίος μάστορας, γραφιάς δυνατός, έχει ευχέρεια, το βλέπεις αυτό από τις πρώτες λέξεις, από τις πρώτες σελίδες. Και ακόμη αντιλαμβάνεσαι –αν έχεις και κάποιες χιλιάδες ώρες πτήσης στις αναγνώσεις και στις μελέτες κάθε είδους- ότι ο άνθρωπος το κάνει κέφι, του αρέσει να γράφει, απλώνεται όμορφα η αφήγηση, δεν σε βιάζει, δεν σε τεντώνει, δεν σε ‘στενοχωρεί’, αν γίνεται αντιληπτό αυτό που προσπαθώ να αποδώσω που δεν αποδίδεται τόσο εύκολα καθώς έχει να κάνει με την αίσθηση περισσότερο που σου δίνουν οι λέξεις, οι φράσεις, οι εικόνες, οι περιγραφές, το ξεδίπλωμα μιας ιστορίας από το μηδέν που φυσικά περιμένεις να περιλαμβάνει πολλά πρόσωπα –ένα ή δυο βασικά όμως- πολλά τοπία, αναρίθμητους χώρους και σκηνές και χρόνους και πήγαιν’έλα από το χτες στο σήμερα και άντε πάλι πίσω κλπ. 

Το δύσκολο λοιπόν σε έναν άνθρωπο που μοιραία ‘πλατειάζει’ γιατί πρόκειται να εκταθεί σε 500 σελίδες και όχι σε 10 ή σε 20, είναι ότι όσο κέφι και όρεξη και τάλαντο να έχει, μπορεί εύκολα να την πατήσει και από τη μέση και μετά να κάνει μια ‘κοιλιά’ μεγάλη και τελικώς όλο το εγχείρημα να ‘κρεμάσει’ και να εγκαταλείψεις την ανάγνωση γιατί έχεις και ένα σωρό άλλους που περιμένουν –και είναι και ονόματα πολύ μεγάλα και βαριά και ήδη έχουν μουτρώσει που τους απαράτησες για κάποιον κύριο Τας Ο από τις Μαλαισίες και τις περιπέτειες του πατέρα του που ήταν ένα κάθαρμα και μισό. Όμως ο άνθρωπος αυτός δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία και οι σελίδες φεύγουνε ‘νεράκι’ και η αφήγηση έχει ενδιαφέρον και οι ιστορίες του πατέρα του που από το μηδέν έγινε κάποτε πολύ πλούσιος και ιδιοκτήτης ενός αμαρτωλού μαγαζιού, του Μεταξουργείου Η Αρμονία που μόνο Μεταξουργείο δεν ήταν και μόνο Αρμονία, λέμε τώρα, δεν υποσχόταν η επίσκεψη στα εσωτερικά του. 

Μα πάω ακόμα παραπέρα και όσοι με διαβάζετε χρόνια τώρα στο Νημερτή, κοντά 15 πλέον –να έχετε την ευκή μου- με ξέρετε καλά ότι για να πιάσω πληκτρολόγιο και να ασχοληθώ με κάτι ή κάποιον, κάτι σημαίνει, κάτι άλλο τελικά εργάζομαι, σε κάποια άλλα ανήλιαγα υπόγεια στοχασμών έχω χωθεί. 

Εκείνο που συναντήθηκε με τα συγγραφικά ταξιδέματα του συγκεκριμένου ανθρώπου είναι ένας επίμονος στοχασμός για το πώς αντιλαμβανόμαστε εν τέλει το κάθε τι γύρω μας και μάλιστα το αποτυπώνουμε οι αθεόφοβοι στα χαρτιά και στις οθόνες. Και δεν πρωτοτυπώ ίσως αν διατυπώσω τον αφορισμό πως στην κυριολεξία αυτή είναι μια σωτήρια πράξη που μας ανακουφίζει εσωτερικά από το άχθος του βίου και το σπουδαιότερο ακόμα, μας προφυλάσσει από ψυχικά νοσήματα που παραμονεύουν κάπου στο βάθος. Γιατί ο τρόπος που εμείς οι πεπροικισμένοι χαρισματικοί απόγονοι ή επίγονοι του Αδάμ, μόνοι εμείς ανάμεσα σε όλα τα ζώα και έμβια της Δημιουργίας, επινοούμε και κατασκευάζουμε πραγματικότητες επάλληλες και ζούμε τη ζωή μας σαν ένα παλίμψηστο, καθώς λέει και ένας από τους ήρωες του βιβλίου, είναι το κλειδί που μας ανοίγει τις πόρτες εξόδου από τούτο το ‘ενθαδικό’ γίγνεσθαι στο… Αληθές. Στο Αληθές, που όπως θα έλεγε και ο πολύς Λακάν, ‘επιστρέφει πάντα στη θέση του’ –σε αντίθεση με το φαντασιακό και το συμβολικό. Δηλαδή, αν μεταφέρω με ενάργεια αυτό το στοχασμό που με γαργαλάει εδώ και λίγες ημέρες, η μόνη δίοδος προς το αληθινό περνάει μέσα από το… ψεύδος.

Φαντάζομαι ότι αυτό δεν είναι καμιά ατομική βόμβα που έσκασε μέσα στο δωμάτιό σας καθώς διαβάζετε αυτές τις γραμμές, σε μένα όμως έγινε κάτι σαν την ‘εκκάλυψη’ του Χάϊντεγγερ και έχοντας βγει προσωρινά στο ‘ξέφωτο’ αισθάνομαι τον ήλιο να με καίει και αυτός ο ήλιος είναι κάτι σαν ‘αντιπρόσωπος’ του πλατωνικού Αγαθού και μιλώ πολύ σοβαρά τώρα.

Γιατί η αλήθεια εκ-καλύπτεται και αυτό μας το δίδαξε καλά ο Ηράκλειτος (φύσις κρύπτεσθαι φιλεί) και δεν της αρέσει καθόλου να εκ-καλύπτεται, να ξεγυμνώνεται, να παρουσιάζεται ενώπιόν μας. 

Καμιά φορά διαβάζουμε σε δηλώσεις συγγραφέων –περισσότερο σε εξομολογήσεις τους το ψαρεύουμε οι αδιάκριτοι- ότι γράφουν για να διηγηθούν μια ιστορία. Ψέματα. Γράφουν ελπίζοντας να οδηγηθούν στην αλήθεια. Πώς; Ακόμα και με την εξαιρετικά λεπτομερή περιγραφή –μέχρις εξοντώσεως- ενός αργόσυρτου απογεύματος στη φύση, ενός ηλιοβασιλέματος σε κάποια ακρογιαλιά, μιας κοινότοπης ερωτικής σκηνής δυο ανθρώπων, μιας συναρπαστικής καταδίωξης μέσα σε κάποιο χαοτικό και θορυβώδες άστυ ή απλά με την ψυχογραφική αποτύπωση μιας στάσης, μιας ψυχικής κατάστασης, μιας τρομερής Ντοστογιεφσκικής μεταιχμιακής προσωπικότητας που έχει φτάσει στο ‘μη παρέκει’ της κόκκινης ζώνης και είναι έτοιμη ή να πέσει στον γκρεμό της κόλασης ή να… βγάλει φτερά αγγέλου. Με άλλα λόγια, το μεγαλύτερο κάθαρμα όλων των αιώνων ας είσαι, έχεις συσσωρεύσει την απαιτούμενη ενέργεια για να πετάξεις ως τον Παράδεισο, να ‘σωθείς’… ένας χλιαρός μπάμιας ‘του μέσου όρου’ αν είσαι που ‘δεν πείραξε ποτέ του ούτε κουνούπι’, δεν έχεις ενέργεια ούτε για τον παράδεισο των… κουνουπιών…

Το θέμα είναι πολύ ενδιαφέρον όπως ίσως αντιλαμβάνονται όσοι έκαναν τον κόπο να ακολουθήσουν περισσότερο τα κρυφά ίχνη αυτού του στοχασμού και φυσικά περνάει και από εκείνη την ασύλληπτη στιγμή όπου πάνω σε δυο σταυρούς που ήταν δίπλα δίπλα, παίχτηκε το παιγνίδι της σωτηρίας, ανάμεσα σε κείνον που πήγαινε βουρ για το χαμό και Εκείνον που δεν είχε ανάλογό Του ή όμοιό Του γνωρίσει αυτός εδώ ο κόσμος της φθοράς και της σαπίλας. Και το παιγνίδι κράτησε μονάχα τόσο ώστε να ψελλίσει ο ένας ‘Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου’ και ο Άλλος να τον αιφνιδιάσει ριπαία απαντώντας το αδιανόητο και –για πολλούς- σκανδαλώδες ‘Αμήν αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ’ εμού έση εν τω παραδείσω”!!! Ο ‘πρώτος οικιστής του Παραδείσου’… ποιος; Η έκπληξη! Ο ‘κακός’… το ‘κάθαρμα’… το ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη… και όμως…

Νιώθω ότι ‘απλώθηκα’ κι εγώ αρκετά, για πρώτη γραφή… αλλά ίσως επανέλθω… γιατί όλα τούτα γεννούν άλλα με τη σειρά τους κι αυτά χρειάζονται άλλα και δεν έχει τέλος το κομπολόι των στοχασμών… 

Να λοιπόν τι μπορεί να προσφέρει –εκτός της τρυφής και της απόλαυσης της ανάγνωσης μιας καλογραμμένης και καλοχτισμένης ιστορίας- η περιήγηση στις σελίδες ενός ‘άλλου’ κόσμου… άλλου όμως όχι αλλόκοτου ή ξένου… γιατί στο τέλος της τελευταίας γραμμής της τελευταίας σελίδας… εμείς μένουμε πάντα μόνοι με τις σκέψεις μας, τα συναισθήματα και τα φρεσκοσκαλισμένα βιώματά μας… εμείς και ο στοχασμός που πάντα λέω ότι είναι το πανάκριβο διαμάντι που… κρύπτεσθαι φιλεί