4000…

 

Έτρεξε αίμα αθώων

σε τούτη τη κοιλάδα

ανάμεσα στους Μήδες

και στους ορεσίβιους της Βακτριανής

πρώτοι αφανίστηκαν

όσοι κλειστήκαν

σε μια χούφτα δόξας

 

το βλέμμα μου φτωχό

να κλέψει αθανασία

απ΄τα βότσαλα του Ευρώτα

απ’το νερό του Γρανικού

απ’τις γαλάζιες πέτρες

της Πύλης της Ιστάρ

αλλά δεν έχω μισθοφόρους στοχασμούς

και ισορροπώ αδέξια

ανάμεσα στο εκεί

που νικήθηκε

και στο εδώ

που ακόμα ξεχρεώνει τη νίκη…

 

κακώς το αρνούνται

τα ορφανά της τυχαιότητας

ο Μακεδόνας στρατηλάτης

δεν πέθανε ποτέ

ρέει στα βιβλία το πύο

απ’τις πληγές της σάρισας

και ασθμαίνει το γίγνεσθαι

καθώς

ό,τι κι αν λέμε

ο Κλείτος δεν σημάδεψε το κρανίο του βασιλιά

την καρδιά

ή τη μελαγχολία του

να σκοτώσει θέλησε τον εαυτό του

που φιλοτέχνησε αλαζονικά

ανδρείους όνειρους

στην γη της Σαμαρκάνδης

και στην αποτυχία του

η μοίρα όλων μας

γράφτηκε για πάντα…

 

έτρεξε αίμα αθώων

σε τούτη την πλευρά του ήλιου

στέκομαι όρθιος

αναπνέω ακόμη

βλάσφημα επικαλούμαι από τους πρωτόπλαστους ήρωες

εγκώμια για τον Πάρη και την Τροία

λες και δικαιούμαι

να πλυθώ στον Σκάμανδρο

και να απαιτώ να γυρίσω στην πατρίδα

που πρώτος εγώ έχω προδώσει

ακέραιος

και διαφανής!

 

Μου χάρισε η Α-λήθεια

μια αιωνιότητα σιωπής

να δω

να κατανοήσω

να κλάψω

κι εγώ

ο γελοίος βανδοφόρος

του ερωτευμένου

ηρωικού

απόντα χρόνου

 

ακόμη νοσταλγώ

ακόμη περιμένω

θρηνώ ακόμη

και προσδοκώ

γυρνώντας άξαφνα

να δω στη πλάτη μου να ορθώνεται

όλη μου η αθωότητα

και τέσσερις χιλιετίες

να ξεσπάσουν

σαν βροχή

καταρρακτώδης

κι επιτέλους

να με ξεδιψάσουν!!