αρχειοθέτης

 

Ο άνθρωπος γεννιόταν και πέθαινε μέσα στο προφανές…

Ο άνθρωπος ανάσαινε στο στοιχειώδες…

 

Ο άνθρωπος τοπογραφούσε το Γνωστό…

 

Ο άνθρωπος άνθιζε μέσα στην μοναχική του παράσταση…

 

Είχε αναλωθεί στην αέναη αρχειοθέτηση

Αρχειοθετούσε τον εαυτό του

Συνεχώς

Συνεχώς

Συνεχώς

Και δεν προχωρούσε, δεν πήγαινε πουθενά

Στην πραγματικότητα

Είχε ακυρώσει κάθε βηματισμό

Είχε απαλλοτριώσει οτιδήποτε διακύβευε το έργο του

Στην πραγματικότητα

Τούτη η αέναη κυκλοτερική επανάληψη της ίδιας λειτουργίας

Τον αφομοίωνε

Τον απομυζούσε

Τον μαράζωνε

 

Τον κρατούσε ασφαλή…

 

Ο άνθρωπος ήταν αιχμάλωτος της μόνης φιλοδοξίας του

Να αποτρέψει το άγνωστο

Να αποκλείσει κάθε ξάφνιασμα

Να γίνει η τέλεια μηχανή…

 

Κι ήταν κοντά

Πολύ κοντά στο να το καταφέρει

 

Κι όταν τον χτύπησε ο ριπαίος αιφνιδιασμός

Όταν τον πλημμύρισε η θάλασσα του απείρου

Όταν έχασε τις συντεταγμένες του

Όταν οι αγκυρώσεις του στο Γνωστό

Άρχισαν να καταργούνται

Μία μία

Πανικοβλήθηκε

 

Κι ύστερα

Αισθάνθηκε για πρώτη φορά εντός του

Μια διαφορετική αίσθηση

Μια κίνηση

Μια ζωντανή διεργασία

 

Άλλαζε

 

Κι όταν ο αρχειοθέτης πάγωσε

Κι όταν ο δεσμοφύλακας σιώπησε

Κι όταν ο μηχανικός ακινητοποιήθηκε

 

Ακολούθησε τη ροή

Και άρχισε να βιώνει