Μέτατρον
«Όποιος στοχάζεται πάνω στα τέσσερα πράγματα,
καλύτερα γι αυτόν να μην είχε έρθει καθόλου
πάνω στον κόσμο. Τα πράγματα αυτά είναι:
ό,τι βρίσκεται επάνω, ό,τι βρίσκεται κάτω,
ό,τι υπήρχε πριν και ό,τι θα υπάρξει μετά»
Μισνά
Πυρακτωμένο πνεύμα
διατρέχει το νυχτερινό στερέωμα
και οι καρδιές των Αγίων Όντων
πάλλονται σε συνήχηση
Μουσικές υπερ-ουράνιες
ντύνουν το μαύρο θόλο
καθώς ο Άρχοντας των Προσώπων
εργάστηκε για να εφελκύσει γύρω του
όλη τη θέρμη του Ισχυρού
όλη την δροσιά του Τέλειου
και τέσσερις εσθήτες έπλεξε
για να εισέλθουν ασφαλείς οι μύστες
στα Μυστήρια του Θρόνου
και την απρόσιτη Άμαξα
να αξιωθούν ν’αντικρίσουν…
καρδιές εκστατικές
που γλείφουν πύρινες ανάσες
χρειάζονται
και βλέμμα αγνό, καθάριο
και άγρυπνο
και νου
απ΄της επίκλησης το σφρίγος
ακονισμένο
για να Δουν
ν’αντέξουν…
μα ο πρώτος που εισήλθε
«είδε και πέθανε»
εκατομμύρια κύματα φωτός
τον σάρωσαν
και τον αγνόησε
ως και ο Χρόνος...
και ο δεύτερος
«είδε και χτυπήθηκε»
τα λογικά του σάλεψαν
καθώς στα Δώματα της Αγιοσύνης
ο αδύναμος δεν έχει θέση...
αλλά και ο τρίτος
«είδε και στράφηκε αλλού»
το βηματισμό του έχασε
το θάρρος του άδειασε γρήγορα
και βρέθηκε
στην άλλη όχθη της ματιάς του
να ξημερώνεται αιώνια
στα σωθικά του Φόβου…
μονάχα ο τέταρτος
«ανέβηκε ειρηνικά
και ειρηνικά κατήλθε»
το σκεύος του εαυτού του
χώρεσε, άντεξε,
δεν έσπασε
και ευλογημένος δεξιώθηκε
τη θέα της Άμαξας…
κι όμως
δεν του ήταν αρκετό…
φωτιά από σπέρματα
αγνώστων Ήλιων
και σαρκοφάγο Φως
το Αρχαίο Ρίγος των Δυνάμεων
το Αίμα των Τροχών…
δηλητήριο για τον επηρμένο…
στα Παλάτια της Σιωπής
πως τόλμησες να εισέλθεις
μιαρός
και ανέτοιμος;
ως το Έβδομο Ανάκτορο
τον ουρανό των Αβαρώτ
τόλμησε ο ευσεβής
να σύρει τη θνητή σκιά του
κι ύστερα θέλησε
να διαβεί
το Απαγορευμένο Κατώφλι
μα εκεί ο χολωμένος Χρόνος
τον έφερε γονυπετή
στη Θεϊκή Σοφία!
και τούτη η Δόξα
δεν ήταν για το αλαζονικό του αγγείο
τα χέρια γύρισαν
τα πόδια λύγισαν
τα μάτια βγήκαν απ΄τις κόγχες
η φτωχή καρδιά του έσπασε
και η φωνή του χάθηκε
ρυτίδες στα σεντόνια της Ύπαρξης
ο Άρχοντας της Παρουσίας
θέρισε το πνεύμα του
το φτηνό σαρκίο του
έριξε μακριά
στο χώμα των πρωτόπλαστων
και το αίμα του σοφού
πότισε τα διάφανα νερά
των γήινων αιώνων…
και οι αναρίθμητες νύχτες
που κληροδότησε ο Άνθρωπος
στον άνθρωπο
διαδέχονται η μια την άλλη
ποτισμένες απ΄το αίμα της φθοράς
και του θανάτου…
Οκτ 2009