Ανέκπληκτοι

 

Μοιραστήκαμε τον κόσμο

Σε μια δρασκελιά φωτός

Σε μια νύχτια μέθη

Αλλά ξένοι απομείναμε

Απόμερα

Στου πρωινού αστεριού την έκπληξη

Εμείς

Ανέκπληκτοι …

 

Είχε λοιπόν

Αποσώσει ένα δάσος από ανάσες το χαμόγελό σου

Στο είπα

Φεύγοντας μόνη

Στερεώνεις μονάχα το κενό

Κι είχε το βλέμμα σου τόση λαχτάρα

Να βουτήξει στο Ένα

Που βουβός το άπλωσα στο πρόσωπό μου

Ακέραιο

Να μην ραγίσει…

 

Μοιραστήκαμε το δέος

Σε μια γουλιά σελήνης

Κρατήσαμε στα χέρια μας το αιώνιο θαύμα

Κι όμως

Ανέκφραστοι χαρήκαμε

Στου βραδινού ναυαγισμένου ήλιου

Την έκπληκτη αποδρομή

Εμείς

Ανέκπληκτοι…